Τι Πραγματικά Καπνίζουμε;

Ένα ψυχολογικό βλέμμα στην εξάρτηση από το τσιγάρο
Η Παγκόσμια Ημέρα Διακοπής Καπνίσματος (31 Μαΐου), εκτός από μια ευκαιρία για ενημέρωση, μπορεί να γίνει και αφορμή για βαθύτερο στοχασμό. Πολλοί προσπαθούν να σταματήσουν το κάπνισμα με αποφασιστικότητα και μεθόδους αυτοελέγχου, μόνο για να διαπιστώσουν ότι κάτι μέσα τους αντιστέκεται σιωπηλά. Ίσως επειδή το κάπνισμα δεν αποτελεί απλώς μια σωματική εξάρτηση, αλλά και ένα ψυχολογικό σύμπτωμα. Το ερώτημα δεν είναι μόνο «γιατί καπνίζω;» αλλά και: τι καπνίζω όταν καπνίζω;
Το κάπνισμα λειτουργεί συχνά ως μηχανισμός ρύθμισης του συναισθήματος. Άγχος, θυμός, μοναξιά ή ψυχικό κενό βρίσκουν πρόσκαιρη ανακούφιση στη σταθερή, επαναλαμβανόμενη πράξη του τσιγάρου. Η νικοτίνη ενισχύει τη ντοπαμινεργική δραστηριότητα, δημιουργώντας προσωρινό αίσθημα ευχαρίστησης (American Psychiatric Association, 2013). Ωστόσο, πίσω από το νευροχημικό αποτέλεσμα, υπάρχει και μια βαθύτερη ψυχική λειτουργία.
Από ψυχαναλυτική σκοπιά, το κάπνισμα μπορεί να συνδεθεί με παλινδρόμηση σε πρώιμα στάδια της ανάπτυξης, όπου το στόμα και η πράξη της αναρρόφησης προσέφεραν παρηγοριά και επαφή (Winnicott, 1971). Το τσιγάρο γίνεται συχνά υποκατάστατο σχέσης, μια σιωπηλή, σταθερή παρουσία που "κρατά" τον καπνιστή όταν κανείς άλλος δεν το κάνει. Όπως παρατηρεί η McWilliams (2011), πολλές εξαρτήσεις λειτουργούν ως μηχανισμοί "αυτοθεραπείας" απέναντι σε εσωτερικά κενά ή επώδυνες σχέσεις.
Πέρα όμως από τις θεωρητικές ερμηνείες, αξίζει να δούμε την εξάρτηση και μέσα από έναν βιωματικό φακό: οι εθισμοί, όπως το κάπνισμα, λειτουργούν συχνά ως μηχανισμοί φυγής από επώδυνες εμπειρίες, δύσκολα συναισθήματα ή ψυχικά αδιέξοδα. Το τσιγάρο προσφέρει ένα είδος "παύσης", ένα καταφύγιο από την εσωτερική ένταση ή από μια πραγματικότητα που μοιάζει αφόρητη. Δεν είναι τυχαίο ότι πολλοί στρέφονται σε εξαρτητικές συμπεριφορές όχι για να χαρούν, αλλά για να μην νιώσουν. Όπως εξηγεί ο Khantzian (1997), η εξάρτηση δεν είναι τόσο αναζήτηση ηδονής όσο προσπάθεια αποφυγής του πόνου — ψυχικού, υπαρξιακού, ή σχεσιακού.
Η θεραπευτική διαδικασία διακοπής απαιτεί περισσότερα από θέληση ή πειθαρχία. Προϋποθέτει εξερεύνηση: Τι μου προσφέρει το κάπνισμα; Τι φοβάμαι ότι θα χάσω αν το αποχωριστώ; Τι άλλο μπορεί να μου προσφέρει παρηγοριά χωρίς να με καταστρέφει;
Σε τελική ανάλυση, η απεξάρτηση δεν αφορά μόνο την απουσία του τσιγάρου, αλλά και τη δημιουργία χώρου για κάτι νέο, αυθεντικό και φροντιστικό προς τον εαυτό. Είναι η μετάβαση από την παρηγοριά μέσω εξάρτησης στη φροντίδα μέσω επίγνωσης.
Βιβλιογραφία
- American Psychiatric Association. (2013). Diagnostic and statistical manual of mental disorders (5th ed.). https://doi.org/10.1176/appi.books.9780890425596
- Khantzian, E. J. (1997). The self-medication hypothesis of substance use disorders: A reconsideration and recent applications. Harvard Review of Psychiatry, 4(5), 231–244. https://doi.org/10.3109/10673229709030550
- McWilliams, N. (2011). Psychoanalytic Diagnosis: Understanding Personality Structure in the Clinical Process (2nd ed.). The Guilford Press.
- Winnicott, D. W. (1971). Playing and Reality. Tavistock.